ΜΠΣ «ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ»Τμήμα ΚοινωνιολογίαςΠανεπιστήμιο Κρήτης Α3-1Ρέθυμνο Εαρινό Εξάμηνο 2004-05Υπεύθυνη Συντονισμού: Μαρία ΚούσηΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΙΙ(ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ) 4-3-05 Παρασκευή 2:30-5:30 Μαρία Κούση ΕΙΣΑΓΩΓΗ Εισαγωγή σε ζητήματα που αφορούν τον σχεδιασμό της κοινωνικής έρευνας και τον συνδυασμό μεθόδων για την καλύτερη κατανόηση των υπο-μελέτη θεμάτων, καθώς και σε ζητήματα σχετικά με τις ηθικές και πολιτικές διαστάσεις της κοινωνικής έρευνας. Beauchamp, T. et al (1982) Ethical Issues in Social Research . London: The Johns Hopkins University Press. Brewer, J. and A. Hunter (1989 ) Multimethod Research : a synthesis of styles. London: Sage. Bulmer, M. (2001) The Ethics of Social Research” in Researching Social Life, edited by N. Gilbert. London: Sage. Hammersley, M. (1995) The Politics of Social Research . London: Sage. Marshall, C. and G.B.Rossman (1999) Designing Qualitative Research . London: Sage. 11-3-05 Παρασκευή 5:30-8:30 ACTION ORIENTED RESEARCH Andrew Jamison P rofessor of Technology and Society , Aalborg University, Denmark Guest Professor of Environmental Science, Malm φ University College, Sweden Action-oriented research is a form of social science that has emerged in recent years in an attempt to "make social science matter", in the words of the Danish planning professor Bent Flyvbjerg. In Scandinavia, it draws on experiences in so-called action research that has often been carried out between academics and labor unions, as well as within those areas of science and technology studies that are usually referred to as technology assessment. Another stream of action-oriented research comes from development studies in the form, for example, of paruicpatory rural appraisal. The lecture will first present these and other sources of action-oriented research and then discuss some of the methodological issues involved in this kind of research, in particular, the varieties of case study investigation and the role of the researcher. The lecture will provide examples of action-oriented research both from the fields of environmental studies and science and technology studies. The lecture will also discuss the rerlations between action-oriented research to some of the other new "trandisciplinary" modes of knowledge production that have been developed in recent decades. Παρασκευή 5:30-8:30
CHANGE ORIENTED & INTERACTIVE RESEARCH METHODS Jeppe Lζssψe Emdrupvej 101 Based on – and with examples from – my own research project on citizen participation in sustainable development I will go further into the differences between the researcher and the involved citizens, the problems they may give rise to during the project, and how to cope with these problems. 1-4-05 Παρασκευή 2:30-5:30 & Σάββατο 2-4-05 [θα ανακοινωθεί] Μαρία Γιαννησοπούλου maya @social.soc.uoc.gr ΕΡΕΥΝΑ ΠΕΔΙΟΥ ο ι συνθήκες κοινωνικής παραγωγής του ανθρωπολογικού λόγου H ανάλυση του θέματος θα επικεντρωθεί στα παρακάτω δύο σημεία: 1ο σημείο η παραγωγή του ανθρωπολογικού λόγου στο πλαίσιο της διαμόρφωσης των κοινωνικών επιστημών. Aναστοχασμός και προκαταλήψεις. Θεωρητικές τομές και κλειδιά ανάγνωσης. Kαι τούτο διότι το εργαλείο της «συμμετοχικής παρατήρησης» που η κοινωνική ανθρωπολογία χρησιμοποιεί προκειμένου να κατανοήσει και αναλύσει τα κοινωνικά φαινόμενα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις διαδικασίες γένεσης και διαμόρφωσης της ίδιας της επιστήμης και του γνωστικού αντικειμένου με το οποίο καλείται να ασχοληθεί. Πώς η κοινωνική ανθρωπολογία απαντά στη σύγχρονη επιστημονική πρόκληση; Σε τί συνίσταται η ιδιαιτερότητα στη ματιά της οπτικής της; 2ο σημείο η εμπειρία πεδίου, πρακτικές κατευθύνσεις και προτάσεις ανάλυσης. Γιατί να πραγματοποιήσει κανείς μια έρευνα πεδίου; Ποιά η αξία της και σε τι συνίσταται; Tι πρέπει να γνωρίζουμε γι'αυτή τη μορφή έρευνας; Eπιτόπια έρευνα, ένα διακύβευμα για την κοινωνική επιστήμη. Συνθήκες έρευνας, θεωρητικές προϋποθέσεις, διαδικασίες της έρευνας. H έρευνα πεδίου ένα εργαστήρι ως η εμπλοκή του ερευνητή στο πεδίο, η διαπραγμάτευση μιας εθνογραφικής συνάντησης, η επικοινωνία, ανισότητες και σχέσεις εξουσίας. H ανάλυση των εθνογραφικών δεδομένων, η ερμηνεία τους και η διαδικασία της «μετάφρασής» τους στο τελικό στάδιο της δημοσίευσης.
Eνδεικτική Bιβλιογραφία Auge M., 1999 (1994), Για μια Aνθρωπολογία των Σύγχρονων Kόσμων, μτφρ. Δ. Σαραφίδου, Aθήνα, Aλεξάνδρεια. Γκέφου - Mαδιανού Δ., 1998, Aνθρωπολογική θεωρία και εθνογραφία, Eλληνικά Γράμματα, Aθήνα. Godelier M., 1988 (1970), Mαρξιστικοί ορίζοντες στην Kοινωνική Aνθρωπολογία, Tομ. 2, μτφρ. Θ. Παραδέλλης, Gutemberg, Aθήνα. Godelier M., 1999, «Aποδομήσεις, αλλαγές απόψεων και πρόοδος στη γνώση του κοινωνικού. H άποψη ενός ανθρωπολόγου», Eθνολογία, τχ. 6 - 7, σελ. 5 - 29. Geertz C ., 2003, H ερμηνεία των πολιτισμών, εκδ. A λεξάνδρεια Geertz C., 1993 «From the Natives Point of View: on the Nature of Anthropological understanding», Local Knowledge, New York, Basic Books σελ . 55 – 70 (Aπόδοση στα ελληνικά, αδημοσίευτο κείμενο βλ. Γκέφου - Mαδιανού Δ., Φάκελος Mαθήματος «Σύγχρονη Aνθρωπολογική Θεωρία», 1993. Sahlins M., 2003 (1976), Πολιτισμός και πρακτικός λόγος, εκδ. του Eικοστού Πρώτου. Ortner S., 1984, «H ανθρωπολογική θεωρία από τη δεκαετία του ‘60 και μετά», Comparative Studies in Society and History no 26 (1) σελ.126 - 165. Aπόδοση στα ελληνικά, Στ. Γαλάνη. Lallement M., 2004, Iστορία των κοινωνιολογικών ιδεών, εκδ. Mεταίχμιο. Geraud M. O., O Leservoisier, Pottier R., ( επιμ .),1998, Les notions - cles de l'Ethnologie. Analyses et textes, Armand Colin, Paris. Beaud St., Weber Fr., 1997, Guidde de l' enquete de Terrain, Paris, La Decouverte. Mπαλτάς Aρ., 1999, «H φιλοσοφική επιβολή της Mεθόδου: ευλογία ή κατάρα;», Aξιολογικά, τχ. 1, Mάιος, σελ. 53 - 72. Loizos P., 1992, «Eθνογραφία Φιλική προς τους χρήστες: προβλήματα μεθόδου και γραφής στην ανθρωπολογία», στο E. Παπαταξιάρχης / Θ. Παραδέλλης (επιμ.) Tαυτότητες και φύλο στη σύγχρονη Eλλάδα, Aθήνα, Kαστανιώτη και Παν/μιο Aιγαίου. Bardin L., 1977, L' analyse de contenu, Paris, PUF. Greimas A. J., 1966, Semantique structurale, Paris, Larousse. Greimas A. J. / Landowski E. ( επιμ .) 1979, Introduction a l' analyse du discours en sciences sociales, Paris, Hachette. Διαβάστε και αυτά: Luis Sepulveda, 1997, Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης, μτφρ. Aχ. Kυριακίδης, Aθήνα Opera. (Mυθιστόρημα). Kruger M., 1998 (1993), Tο χρώμα του ουρανού, μτφρ. M. Πολιτοπούλου, Aθήνα, Nέα Σύνορα - A. A. Λιβάνη (Mυθιστόρημα). Borges, Jorge Lais, 1985 (1899), Tο εγκώμιο της σκιάς, μτφρ. Aπ. Kαλοκύρης, εκδ. ύψιλον (ειδικά «ο εθνολόγος» και «ένας αναγνώστης»).
8-4-05 Παρασκευή 2:30-5:30 ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ Νίκος Σερντεδάκις Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Κοινωνιολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης nserd@social.soc.uoc.gr Η βιογραφική μέθοδος και η βιογραφική έρευνα γενικότερα συγκεντρώνουν, τα τελευταία χρόνια, την προσοχή εκείνων των κοινωνικών επιστημόνων που στέκονται κριτικά προς την «θετικιστική» κοινωνιολογία, όπου το πρωτείο δίδεται στη μελέτη των μακρο-δομικών κοινωνικών χαρακτηριστικών, κύρια μέσα από τη συσσώρευση μεγάλης κλίμακας ποσοτικών, δηλαδή μετρήσιμων, μαθηματικοποιήσιμων δεδομένων, με στόχο την «αποκάλυψη» των νόμων που επικαθορίζουν την κοινωνική πραγματικότητα. Η υπερφιλόδοξη τούτη στάση γρήγορα παραχώρησε τη θέση της στον κερματισμό των γνωστικών πεδίων και των ερευνητικών εγχειρημάτων, αφήνοντας ανέγγιχτη την μεθοδολογική οδό που διαγράφονταν να υπηρετήσει ευρύτερες στοχεύσεις. Απέναντι σ' αυτό το κοντιανής έμπνευσης εγχείρημα και στον ταχύ εκφυλισμό του, αρχίζουν, ήδη από τις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα, να διαμορφώνονται προσεγγίσεις, οι οποίες επιχειρούν να οδηγήσουν στην «ερμηνεία» των κοινωνικών φαινομένων, πρωτίστως μέσα από την «κατανόηση» της κοινωνικής πολυπλοκότητας και συνθετότητας. Ο κοινωνικός κόσμος, παρότι εμφανίζεται στην ανθρώπινη συνείδηση ως φυσικοποιημένος, είναι ένας κόσμος με διακριτά από τον φυσικό κόσμο χαρακτηριστικά, καθώς σ' αυτόν κατοικούν κοινωνικά αλληλοσυσχετιζόμενα, συμβολικώς επικοινωνούντα μεταξύ τους άτομα, τα οποία διαθέτουν επιπλέον ικανότητα αναστοχασμού. Ο κοινωνικός κόσμος δεν συγκροτείται μόνον από δομές, ορατές και αόρατες, που ορίζουν, ρητά ή άρρητα, τη μοίρα των ανθρώπων? είναι και δράση, ατομική και συλλογική. Καθώς από την αφήγηση της εξέλιξης των μακρο-δομών, σταθερά απουσίαζαν οι ιστορίες των υποκειμένων της ιστορίας, αλλά και των καταπιεσμένων, των μειονοτήτων, των απόκληρων, διαμορφώθηκε ένας νέος προβληματισμός γύρω από τη δυνατότητά μας να μιλήσουμε για τις κοινωνικές διεργασίες, αναλύοντας τον λόγο όλων εκείνων που τις έχουν βιώσει, με στόχο να συλλάβουμε εναργέστερα τις διαδικασίες αυτές, να τις κατανοήσουμε στην πολυπλοκότητά τους, να μελετήσουμε τις επιπτώσεις τους στον διαφοροποιημένο κοινωνικό χώρο. Σ' αυτό το πλαίσιο είναι που διαμορφώνονται νέες τεχνικές και μέθοδοι κοινωνιολογικής έρευνας, ό,τι σήμερα συστεγάζουμε υπό τον ευρύ τίτλο της ποιοτικής μεθοδολογίας. Η μελέτη του κοινωνικού κόσμου μέσα από τις βιογραφικές αφηγήσεις συνιστά μια απόπειρα ανάγνωσης της κοινωνικής πραγματικότητας από τη σκοπιά των υποκειμένων, με την ενεργοποίηση κανόνων που στοχεύουν στην όσο το δυνατόν αυθεντικότερη έκφρασή τους. Στο πλαίσιο του μαθήματος θα επιχειρηθεί η ανασυγκρότηση της «ιστορίας» της βιογραφικής έρευνας αναφορικά προς τις μεθοδολογικές της προϋποθέσεις και συνέπειες, ενώ ειδικότερο βάρος θα δοθεί: α) στην τεχνική λήψης της βιογραφικής συνέντευξης, β) στην επιλογή του δείγματος, δηλαδή τους κανόνες της θεωρητικής δειγματοληψίας, και κυρίως γ) στην ανάλυση των βιογραφικών αφηγήσεων. Για τις ανάγκες της παράδοσης θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του μαθήματος ένα απομαγνητοφωνημένο κείμενο βιογραφικής αφήγησης που θα χρησιμοποιηθεί παραδειγματικά για τις ανάγκες της ανάλυσης, κείμενα για προπαρασκευαστική μελέτη και εκτενής γύρω από αυτή την θεματική βιβλιογραφία. Ενδεικτική ελληνόγλωσση βιβλιογραφία Alheit P. (1999α), «Ατομικός εκσυγχρονισμός: μετασχηματίζοντας τα περιβάλλοντα ενδο-δράσης στην ύστερη νεωτερικότητα», στο Παπαϊωάννου Σ. (επιμ.), 1999, σ. 61-76. Alheit P., (1999β) «Η αφηγηματική συνέντευξη,. Μια εισαγωγή», στο Παπαϊωάννου Σ. (επιμ.), 1999, σ. 135-145. Bruner J ., Δημιουργώντας ιστορίες , Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2004. Ferro M., «Η βιογραφία, αυτή η ανάπηρη της ιστορίας», στο Ατομικισμός: Η μεγάλη επιστροφή , 1990, σ. 210-216. Perks R ., «Αρχειοθετώντας την προφορική ιστορία: ζητήματα πρόσβασης και χρηστικότητας», στο Μαρτυρίες σε ηχητικές και κινούμενες αποτυπώσεις ως πηγή της ιστορίας , Αθήνα, Κατάρτι, 1998, σ. 67-80. Plummer K., Τεκμήρια ζωής , Αθήνα, Gutenberg, 2000. Αμπατζόγλου Γρ., «Αυτοβιογραφία, μνήμη, θεραπεία», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 65-88. Ατομικισμός: Η μεγάλη επιστροφή , μτφρ. Νικολούδης Η., Αθήνα, Ροές, 1990. Βερβενιώτη Τ., «Προφορική ιστορία και έρευνα για τον ελληνικό Εμφύλιο: η πολιτική συγκυρία, ο ερευνητής και ο αφηγητής», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 157-181. Βιδάλη A ., « K όκκινο για αίμα: το αβάσταχτο φορτίο των λέξεων», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 121-132. Βιδάλη Α., «Ιστορία, μνήμη, σιωπή: Μαρτυρίες από την Ελληνικό Εμφύλιο», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ., Διαδρομές και τόποι μνήμης. Ιστορικές και ανθρωπολογικές προσεγγίσεις , Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1999, σ. 89-104. Βιδάλη Ά., «Προφορικές μαρτυρίες: από την τραυματική εμπειρία στη συλλογική μνήμη», στο Μαρτυρίες σε ηχητικές και κινούμενες αποτυπώσεις ως πηγή της ιστορίας , Αθήνα, Κατάρτι, 1998, σ. 105-115. Βλαχούτσικου Χρ., «Διαφορά και συνάφεια. Σκηνογράφοι και συγγραφείς της ερευνητικής συνομιλίας (εμπειρίες από τη διερεύνηση της γυναικείας ταυτότητας σε ένα χωριό της Βοιωτίας)», στο Ναυρίδης Κλ., Χρηστάκης Ν. (επιμ.), 1997, σ. 67-90. Βοσνιάδου Τ., «Από τη θεραπευτική στην ερευνητική σχέση: αφετηρίες, προσανατολισμοί, αναζητήσεις», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 95-106. Βουγιούκα Α., «Από στόματος άλλων ή μνημεία λόγου: προσκύνημα, βιογραφικός λόγος και μνήμη», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 193-210. Θανοπούλου Μ. (2000), Η προφορική μνήμη του πολέμου , Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Αθήνα. Θανοπούλου Μ., Πετρονώτη Μ., «Βιογραφική προσέγγιση: μια άλλη πρόταση για την κοινωνιολογική θεώρηση της ανθρώπινης εμπειρίας», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 64, 1987, σ. 20-42. Μπενεβίστε Ρ., «Μνήμη και ιστοριογραφία», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 11-26. Μπενεβίστε Ρ., «Ταξιδιωτική αφήγηση, μνήμη και ιστορία: Εβραίοι ταξιδιώτες τον Μεσαίωνα», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 127-154. Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), Διαδρομές και τόποι μνήμης. Ιστορικές και ανθρωπολογικές προσεγγίσεις , Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1999. Μπούσχοτεν Ρ.-Β., «Δεκαετία του '40: διαστάσεις της μνήμης σε αφηγήσεις ζωής της περιόδου», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 135-156. Μπουτζουβή Α., «Προφορική ιστορία: όρια και δεσμεύσεις», στο Μαρτυρίες σε ηχητικές και κινούμενες αποτυπώσεις ως πηγή της ιστορίας , Αθήνα, Κατάρτι, 1998, σ. 23-27. Μπουτζουβή Α., Θανοπούλου Μ., «Η προφορική ιστορία στην Ελλάδα. Οι εμπειρίες μιας δύσκολης πορείας», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 3-22. Ξηροπαΐδης Γ. «Κατανόηση, αφήγηση και αναπαράσταση. Η κυριαρχία της μεθόδου στις θεωρίες του κειμένου και της ιστορίας», Μνήμων , τ. 19, 1997, σ. 122-142. Παναγιωτόπουλος Ν., «Η μαρτυρία του ερευνητή και η έρευνα της μαρτυρίας», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 61-67. Πανταζής Π., Από τα υποκείμενα στο υποκείμενο , Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2004. Παπαγαρουφάλη Ε., «Δωρεά σώματος, δωρεά οργάνων: παιχνίδια λήθης και μνήμης», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 155-174. Παπαγαρουφάλη Ε., «Η συνέντευξη ως σωματική επικοινωνία των συνομιλητών και πολλών άλλων», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 29-46. Παπαϊωάννου Σ. et al (επιμ.), Κοινωνικός μετασχηματισμός, εκπαίδευση και τοπική κοινωνία , Ρέθυμνο-Ανώγεια, 1999. Παπαταξιάρχης Ε., «Το παρελθόν στο παρόν. Ανθρωπολογία, ιστορία και η μελέτη της νεοελληνικής κοινωνίας», στο Παπαταξιάρχης Ε., Παραδέλης Θ. (επιμ.), Ανθρωπολογία και παρελθόν, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1993, σ. 13-74. Παπαταξιάρχης Ε., Παραδέλης Θ. (επιμ.), Ανθρωπολογία και παρελθόν, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1993. Παραδέλλης Θ., «Ανθρωπολογία της μνήμης», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 27-58. Πετρονώτη Μ., «Κατασκευάζοντας προφορικές ιστορίες. Συνδιαλλαγές, συγκρούσεις, ανατροπές», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 71-82. Ρήγα Α.-Β., Καρκίνος: από τη μητέρα στην κόρη, η δυναμική της επανάληψης , Αθήνα, Εκδόσεις Δ. Μαυρομάτη, 1997α. Ρήγα Α.-Β., Μαρία Τ. Ιστορία ζωής, ψυχοβιογραφική προσέγγιση , Αθήνα, Εκδόσεις Δ. Μαυρομάτη, 1997β. Ρήγα Β.-Α., Τριανταφυλλίδου Σ., «Η σημασία της βιογραφικής μεθόδου στην ανάλυση του αναπαραστατικού λόγου των χρηστών ναρκωτικών», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 104-105, 2001, σ. 3-42. Τσιώλης Γ., Αποβιομηχάνιση και βιογραφικοί μετασχηματισμοί. Ιστορίες ζωής εργατών του Λαυρίου , Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Κρήτης, 2002. Παρασκευή 2:30-5:30 Η ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Γιάννης Ζαϊμάκης Επίκουρος καθηγητή Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης zaimakisj @ social . soc . uoc . gr Η συνέντευξη ως μια διαδικασία συλλογής πληροφοριών μέσα από την πρόσωπο με πρόσωπο αλληλόδραση ανάμεσα στον ερευνητή και τον ερωτώμενο συνιστά μια κλασσική ποιοτική μέθοδο προσέγγισης φαινομένων του κοινωνικού κόσμου. Στη διαδικασία του μαθήματος θα εξεταστούν ορισμένα είδη συνεντεύξεων που χρησιμοποιούνται στις κοινωνιολογικές μελέτες, όπως ομαδικά εστιασμένη συνέντευξη, εστιάζοντας, ωστόσο, το ενδιαφέρον μας στην ενεργητική ερευνητική συνέντευξη ( active research interview ). Παράλληλα θα συζητηθούν ορισμένα κεντρικά μεθοδολογικά ζητήματα στην ερευνητική συνέντευξη, όπως η διαχείριση κεντρικών ερμηνευτικών και ηθικών ζητημάτων που ανακύπτουν στο πεδίο της έρευνας και οι βασικές στρατηγικές της εφαρμογή της. Η ενεργητική ερευνητική συνέντευξη αμφισβητεί τη θετικιστική προσέγγιση της συνέντευξης που βλέπει τον ερευνώμενο ως ένα ποσοτικοποιημένο, μετρήσιμο και «χωρίς πρόσωπο» υποκείμενο ο ρόλος του οποίου περιορίζεται στην παροχή πληροφοριών και γνώσεων που ερμηνεύονται από ένα «ουδέτερο» και «αντικειμενικό» ερευνητή με κυρίαρχη θέση. Στην ενεργητική συνέντευξη διαμορφώνεται ένα ανοικτό επικοινωνιακό πλαίσιο στο οποίο στην οποία συνεντευκτής και ο ερευνώμενος εμπλέκονται στη δημιουργία παραγωγής νοήματος καθώς αρθρώνουν ανοικτές ερμηνευτικές δομές και αναπτύσσουν μια πρακτική διαλογικής συζήτησης. Σε αυτήν την προοπτική το υποκείμενο έρχεται στο προσκήνιο της ερευνητικής διαδικασίας ως φορέας συναισθημάτων, αντιληπτικών σχημάτων και κοσμοθεωρήσεων και αποκτά ένα ενεργό ρόλο σε μια δημιουργική, ρευστή και πολυδιάστατη διαδικασία παραγωγής γνώσης. Η συνέντευξη εκβάλλει σε μια κοινωνική ποιητική στην οποία κατασκευάζονται νοηματοδοτημένοι λόγοι για τα φαινόμενα του κοινωνικού κόσμου ανοίγοντας έτσι προοπτικές για μια πιο σφαιρική και εις βάθος κατανόησης του. Ενδεικτική βιβλιογραφία Douglas J. D. (1985) Creative interviewing , Beverly Hills, Sage. Fontana Α ., Frey J. (1998) « Interviewing: the art of science», in, N. Denzin, Y. Lincoln (eds.), Collecting and interpreting qualitative materials , London, New Delhi, Sage Publication. Holstein J. Gubrium J., (1997) "Active interviewing", in, Silverman D., (ed.) Qualitative research: theory, method, practice , London, Sage Publication. Holstein J. Gubrium J., (1997) The active interview , Thousand Oaks, Sage. Μ ishler E ., (1996), H συνέντευξη έρευνας, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα Ζαϊμάκης Γ. (2002), Εκτίμηση αναγκών και μέθοδοι ποιοτικής έρευνας , Ξάνθη, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. ΙΙ. ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ 22-4-05, Παρασκευή 2:30-5:30 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ: Η εμπειρία των γυναικών στην Ιστορία και τις Κοινωνικές Επιστήμες Ελένη Βαρίκα " eleni varikas " eleni . varikas @ free . fr Η αμφισβήτηση της οικουμενικότητας των αναλυτικών κατηγοριών μέσω των οποίων κατανοούμε και ερμηνεύουμε την πραγματικότητα, αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές συμβολές του φεμινισμού και άλλων ρευμάτων κοινωνικής κριτικής στην Ιστορία και τις Κοινωνικές και Πολιτικές Επιστήμες. Αμφισβητώντας την πανανθρώπινη εγκυρότητα των δεδομένων που διαμορφώνουν τις κατηγορίες και τις μεθόδους της Ιστορίας και των Κοινωνικών Επιστημών, η έμφαση στις διαφορετικές εμπειρίες ανδρών και γυναικών, αποτέλεσε αφετηρία της εννοιολόγησης των γυναικών ως κοινωνικής ομάδας και του φύλου ως προϊόντος σχέσεων εξουσίας και ιεραρχικής διαφοροποίησης. Το νόημα όμως της βιωματικής εμπειρίας, ιδιαίτερα όσων τα ίχνη επικαλύπτονται από τη νικηφόρα αλληλουχία των ηγεμονικών λόγων και συμβάντων, δεν μας αποκαλύπτεται παρά μόνο με φευγαλέο και αποσπασματικό τρόπο κι έχει κάτι από την αβεβαιότητα των αρχαιολογικών ευρημάτων. Η ασυνέχεια και τα κενά τους αποτελούν πρόκληση στην επιστημονική ακρίβεια και το ποσοτικό κύρος της στατιστικής μέτρησης. Η δυσκολία αντιμετώπισης αυτής της πρόκλησης είναι εμφανής στις έντονες διαμάχες των τελευταίων δεκαετιών γύρω από τις χρήσεις και τις καταχρήσεις της κατηγορίας της εμπειρίας στην ιστορία των γυναικών και του φύλου. Παίρνοντας ως αφετηρία αυτές τις διαμάχες, θα εξετάσω ποιο είναι το ευρετικό δυναμικό της ατομικής και συλλογικής εμπειρίας των γυναικών για την Ιστορία και τις Κοινωνικές Επιστήμες, με ποιες μεθόδους και κάτω από ποιες προϋποθέσεις είναι δυνατόν να αποτελέσει πηγή γνώσης, τι μπορούμε και τι δε μπορούμε να μάθουμε από αυτήν. Ένας τέτοιος προβληματισμός προϋποθέτει μια κριτική των θετικιστικών επιστημονικών πρακτικών στην Ιστορία και τις Κοινωνικές Επιστήμες, οι οποίες προσεγγίζουν τη γυναικεία εμπειρία ως ανεπεξέργαστη πρώτη ύλη, ως απόδειξη μιάς αυθεντικής αλήθειας για τις γυναίκες που μπορούμε να αντιπαραθέσουμε στις κυρίαρχες ερμηνείες του φύλου. Προϋποθέτει όμως και μια επανεκτίμηση των μεταδομιστικών κριτικών του θετικισμού, οι οποίες αντιμετωπίζουν την βιωματική εμπειρία ως αποκλειστικό προϊόν των γλωσσικών διαδικασιών που συγκροτούν και αναπαράγουν το νόημα των ανδρικών και γυναικείων ταυτοτήτων, ως αποτέλεσμα, δηλαδή, των καθιερωμένων αναπαραστάσεων του φύλου. Judith BUTLER, Gender Trouble. Feminism and the subversion of identity, New York, Routledge, 1990 Kathleen CANNING, "History After the Linguistc Turn. Historicising Discourse and Experience", in Signs 19/2 (1994 Susan Hekman , "Subjects and agents: The question for feminism" in Provoking agents: Gender and agency in theory and practice , ed. J. Kegan Gardiner. Urbana: University of Illinois Press,1995 Joan Hoff (1994) Gender as a postmodern category of paralysis, Women's History Review, 3, pp. 149-168. aroline RAMAZANOGLU, "Unravelling Postmodern Paralysis: a response to Joan Hoff" Women's History Review, Volume 5, Number 1, 1996 Denise RILEY, Am I That Name?: Feminism and the Category of Women in History , London, Macmillan Press, 1988. Joan W. SCOTT, “The Evidence of Experience”, Critical Inquiry , 17 (1991). Eleni VARIKAS, “Choses importantes et accesoires. Experience singuliere et historicite du genre" in Adorno, critique de la domination. Une lecture feministe . Tumultes 23(2004) sous la dir. de S. Dayan , N. Gabriel et E. Varikas 13-5-05, Παρασκευή 2:30-5:30 & 14-05-05 Σάββατο [θα ανακοινωθεί] ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ Μαριάννα Ψύλλα Λεωφ. Συγγρού 136, Αθήνα 17671 Επίκουρη Καθηγήτρια Τηλέφωνο: 210 920 1741 γρ., 210 976 2391 Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού Fax : 210 970 5349 Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών mpsilla@panteion.gr & Πολιτικών Επιστημών Το μήνυμα κατέχει κεντρική θέση στα πλαίσια της επικοινωνιακής διαδικασίας, εφόσον στην ουσία συνίσταται στο αντικείμενο μεταβίβασης, με την υιοθέτηση ορισμένων κωδίκων, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Στα πλαίσια της επικοινωνιακής πρακτικής, ο εκάστοτε πομπός διαμέσου του μηνύματος εκδηλώνει την πρόθεση να προκαλέσει ένα αποτέλεσμα σ' έναν ή περισσότερους αποδέκτες. Η ερμηνεία ενός μηνύματος ή λόγου ή κειμένου επιδιώκει την αποκωδικοποίησή του, δηλαδή τη μελέτη των χαρακτηριστικών του με τη χρήση διαφόρων μεθόδων και τεχνικών. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανάλυση των μηνυμάτων που προκύπτουν μέσα από την επικοινωνιακή λειτουργία, αποτελεί ένα πεδίο έρευνας στο οποίο συγκλίνουν διάφοροι μελετητές προερχόμενοι από τον ευρύ χώρο των κοινωνικών επιστημών (διεπιστημονικότητα του πεδίου). Το ενδιαφέρον των μαθημάτων μας επικεντρώνει την προσοχή σε δύο βασικούς άξονες: Μια θεωρητική και επιστημολογική προσέγγιση του μηνύματος στα πλαίσια της επικοινωνιακής πράξης. Στα πλαίσια αυτά αναπτύσσεται ένας προβληματισμός γύρω από την αναγκαιότητα της ανάλυσης μηνυμάτων στο χώρο της επικοινωνιακής πρακτικής. Διαπιστώνεται έτσι, ότι η ερμηνεία και η ανάλυση ενός μηνύματος αποβλέπει από τη μία, στη σημασιολογική διερεύνηση, δηλαδή στην έρευνα των σημασιών, των εννοιών, που εμπεριέχει ένα μήνυμα αλλά επεκτείνεται επίσης και στους τρόπους παρέμβασης που ένας πομπός χρησιμοποιεί για να μεταβιβάσει ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο δηλαδή τη μορφή του μηνύματος. Είναι αυτονόητο βεβαίως ότι η σχέση μορφής και περιεχομένου είναι στενή, με τις ανάλογες επιδράσεις που μπορεί να επιφέρει ο ένας παράγοντας στον άλλον, όσον αφορά στο μήνυμα που μεταδίδεται. Μια μεθοδολογική παρουσίαση του τρόπου ανάλυσης των χαρακτηριστικών ενός μηνύματος. Επιχειρείται έτσι, η παρουσίαση των διαφόρων μεθόδων και τεχνικών που χρησιμοποιούνται σε ποικίλες περιπτώσεις, σ' ένα μεγάλο αριθμό κοινωνικών πρακτικών, με στόχο την ερμηνεία και κατανόησή τους. Η προσέγγιση αυτή θα μας δώσει τη δυνατότητα, μέσα από τη χρησιμοποίηση παραδειγμάτων, να κρίνουμε τις εφαρμογές της κάθε μεθόδου, να συγκρίνουμε τη χρήση των επιμέρους μεθόδων, να διαπιστώσουμε τα όριά τους καθώς και την αναγκαιότητα πολύ συχνά της αναφοράς σε περισσότερες από μια μεθόδους για την αποτελεσματικότερη κατανόηση των χαρακτηριστικών ενός μηνύματος. Πιο συγκεκριμένα, η αναφορά σε τέσσερις μεθόδους, α) κλασική θεματική ανάλυση, β) γλωσσολογική προσέγγιση, γ) σημειολογική, δ) ανάλυση της επιχειρηματολογίας, μας δίνει τη δυνατότητα να διακρίνουμε διαφορετικούς τρόπους αναζήτησης των χαρακτηριστικών ενός μηνύματος μέσα από την καταγραφή της διαφορετικής προβληματικής που διέπει κάθε μέθοδο ξεχωριστά. Παρασκευή 2:30-5:30 & 21-5-05 Σάββατο [θα ανακοινωθεί]
ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ
Μωυσή Α. Μπουντουρίδη Αναπληρωτή Καθηγητή Μαθηματικού Τμήματος Πανεπιστήμιο Πατρών
Η έννοια των κοινωνικών δικτύων και οι μέθοδοι ανάλυσής τους έχουν προσελκύσει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον και την περιέργεια των ερευνητών στις κοινωνικές επιστήμες και τις επιστήμες της συμπεριφοράς τις τελευταίες δεκαετίες. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ενδιαφέροντος για την ανάλυση των κοινωνικών δικτύων εστιάζεται στην κατανόηση των σχέσεων μεταξύ κοινωνικών οντοτήτων, καθώς και των δομικών μορφωμάτων ή κανονικοτήτων, με τα οποία παρουσιάζονται οι κοινωνικές σχέσεις σε συγκεκριμένες κοινωνικές πραγματικότητες, αλλά και των επιπτώσεων, που έχουν οι σχέσεις αυτές για την εν γένει κοινωνική ζωή. Πολλοί ερευνητές έχουν αναγνωρίσει ότι η προοπτική των δικτύων φέρνει μια νέα ώθηση στην απάντηση των κλασσικών ερευνητικών ερωτημάτων της κοινωνιολογίας και των επιστημών της συμπεριφοράς, δίνοντας ακριβείς τυπικούς ορισμούς του πολιτικού, οικονομικού ή κοινωνικού δομικού περιβάλλοντος. Από τα διάφορα παραδείγματα σχέσεων που μελετώνται στο πλαίσιο της ανάλυσης των κοινωνικών δικτύων, μπορεί κανείς να δει ότι οι σχέσεις μπορεί να είναι πολλών ειδών, για παράδειγμα, οικονομικές, πολιτικές, αλληλεπιδραστικές, συναισθηματικές κ.λπ. Η επικέντρωση στις σχέσεις και τα μορφώματα των σχέσεων απαιτούν ένα σύνολο μεθόδων κι αναλυτικών εννοιών, οι οποίες είναι διαφορετικές από τις μεθόδους της κλασσικής στατιστικής και της ανάλυσης δεδομένων. Οι έννοιες, οι μέθοδοι κι οι εφαρμογές της ανάλυσης των κοινωνικών δικτύων είναι τα θέματα που θα διαπραγματευτούμε στην εισαγωγική σειρά αυτή των μαθημάτων της ανάλυσης των κοινωνικών δικτύων. Ειδικότερα, θα εστιασθούμε στα εξής επιμέρους θέματα: Οι τυπικές μέθοδοι της θεωρίας των γραφημάτων για την ανάλυση κοινωνικών δικτυακών δεδομένων υπό τη μορφή κοινωνιο-πινάκων και κοινωνιογραμμάτων (Wasserman & Faust, 1994, Scott, 2000). Η χρήση του δικτυακού λογισμικού UCINET (Borgatti, Everett & Freeman, 1992) για την ανάλυση και επεξεργασία των κοινωνικών δικτύων καθώς και του λογισμικού PAJEK ( Batagelj , 2001) για την οπτική απεικόνιση (visualization) των κοινωνικών δικτύων. Η ανάλυση της ισοδυναμίας και της ομοιότητας μεταξύ δραστών (θέσεων) και σχέσεων (ρόλων) σε ένα κοινωνικό δίκτυο. Η ανάλυση αυτή αποσκοπεί κυρίως στην κατανόηση των επί μέρους μορφωμάτων ή ομάδων (ή blocks), στα οποία αναλύεται το κοινωνικό δίκτυο, ιδιαίτερα όπως αυτά διερευνώνται από τις μεθόδους μοντελοποίησης με την ονομασία ‘blockmodeling' (Breiger, Boorman & Arabie, 1975, White, Boorman & Breiger, 1976). Τα παραδείγματα των αναλύσεων που θα γίνουν κατά τη διάρκεια αυτών των μαθημάτων θα στηρίζονται αφενός σε δικτυακά δεδομένα που θα συλλεχθούν κατά τη διάρκεια των μαθημάτων από τους φοιτητές κι αφετέρου σε δεδομένα κοινωνικών δικτύων μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και του ΕΑΠ, που έχουν ήδη συλλεχθεί από την ερευνητική ομάδα του διδάσκοντα. Αναφορές Batagelj , V. (2001). Pajek – Program for large networks analysis and visualization. Presented in the Dagstuhl seminar Link Analysis and Visualization , July 1-6, 2001, Dagstuhl (Germany). Borgatti, S., Everett, M., & Freeman, L. (1992). UCINET IV Version 1.0 . Columbia: Analytic Technologies. Breiger, R.L., Boorman, S.A., & Arabie, P. (1975). An algorithm for clustering relational data with applications to social network analysis and comparison with multidimensional scaling. Journal of Mathematical Psychology , vol. 12, pp. 328-383. Scott, J. (2000). Social Network Analysis: A Handbook . Second Edition. London: Sage Publications. Wasserman, S., & Faust, K. (1994). Social Network Analysis: Methods and Applications . Cambridge, UK: Cambridge University Press. White, H.C., Boorman, S.A., & Breiger, R.L. (1976). Social structure from multiple networks. I. Blockmodels of roles and positions. American Journal of Sociology , vol. 81, pp. 730-779. 31-5-05
ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ Μαρία Κούση Στη μελέτη των κοινωνικών κινημάτων, η Ανάλυση Γεγονότων Διαμαρτυρίας (ΑΓΔ) ( protest event analysis ) εμφανίζεται στα τέλη της δεκαετίας του '60, από την ομάδα του Charles Tilly , ως μία δυναμική μέθοδος αναλύσης περιεχομένου η οποία καλύπτει κενά άλλων μεθόδων, παρέχοντας συστηματικά στοιχεία που έχουν βελτιώσει σημαντικά τη γνώση γύρω από ζητήματα κοινωνικών διεκδικήσεων και αντίστασης. Χρησιμοποιώντας αναφορές του τύπου ή άλλων αρχειακών πηγών, η ΑΓΔ προσφέρει ένα στέρεο μεθοδολογικό εργαλείο για τη μέτρηση των διαφόρων παραμέτρων της διαμαρτυρίας και των κοινωνικών κινημάτων. Τα στοιχεία που παράγονται επιτρέπουν τη συγκριτική ανάλυση των δεδομένων σε επίπεδο τόπου, χρόνου, και είδους. Ενδεικτική Βιβλιογραφία Beissinger, Mark (2001): Nationalist Mobilization and the Collapse of the Soviet State. Cambridge: Cambridge University Press. Event analysis goes big time, and proves illuminating. Fillieule, O. (1998) “ “Plus ca change, moins ca change”: Demonstrations in France During the Nineteen-Eighties”, in Acts of Dissent , edited by Rucht, D., R. Koopmans and F. Neidhardt. Berlin: Sigma Press. Koopmans, Ruud (1995): Democracy from Below. New Social Movements and the Political System in West Germany . Boulder: Westview. Skeptical about the newness of new social movements, Koopmans traces their relations to changing political opportunities. Kousis, Maria (1999) “Environmental Protest Cases: the City, the Countryside and the Grassroots” Mobilization 4(2): 223-238. ___________ (2003) “Greece” in Environmental Protest in Western Europe , edited by C. Rootes. Oxford: Oxford University Press. Kriesi, Hanspeter, Ruud Koopmans, Jan Willem Duyvendak & Marco Giugni (1995): New Social Movements in Western Europe. A Comparative Analysis . Minneapolis: University of Minnesota Press. How change and variation in political opportunity structure shapes social movements in Switzerland, the Netherlands, France, and Germany. Olzak, Susan (1992): The Dynamics of Ethnic Competition and Conflict . Stanford: Stanford University Press. Event analysis and competition theory combine to grip struggles in American cities, 1877-1914. Olzak, Susan (1989): "Analysis of Events in the Study of Collective Action," Annual Review of Sociology 15: 119-141. Rucht, D., R. Koopmans and F. Neidhardt (1998) Acts of Dissent , Berlin: Sigma Press. Tarrow, Sidney (1989) Democracy and Disorder. Protest and Politics in Italy, 1965-74 . Oxford: Clarendon Press. Tilly, Charles (1995): Popular Contention in Great Britain, 1758-1834 . Cambridge: Harvard University Press. A catalog of 8,088 “contentious gatherings” anchors a study of British political change. Tilly, Charles (2002): “Event Catalogs as Theories,” Sociological Theory 20: 248-254. ΜΠΣ «ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ» Τμήμα Κοινωνιολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης Α3-1 Ρέθυμνο Εαρινό Εξάμηνο 2004-05 Υπεύθυνη Συντονισμού: Μαρία Κούση ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΙΙ(ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ) 4-3-05 Παρασκευή 2:30-5:30 Μαρία Κούση ΕΙΣΑΓΩΓΗ Εισαγωγή σε ζητήματα που αφορούν τον σχεδιασμό της κοινωνικής έρευνας και τον συνδυασμό μεθόδων για την καλύτερη κατανόηση των υπο-μελέτη θεμάτων, καθώς και σε ζητήματα σχετικά με τις ηθικές και πολιτικές διαστάσεις της κοινωνικής έρευνας. Beauchamp, T. et al (1982) Ethical Issues in Social Research . London: The Johns Hopkins University Press. Brewer, J. and A. Hunter (1989 ) Multimethod Research : a synthesis of styles. London: Sage. Bulmer, M. (2001) The Ethics of Social Research” in Researching Social Life, edited by N. Gilbert. London: Sage. Hammersley, M. (1995) The Politics of Social Research . London: Sage. Marshall, C. and G.B.Rossman (1999) Designing Qualitative Research . London: Sage. 11-3-05 Παρασκευή 5:30-8:30 ACTION ORIENTED RESEARCH Andrew Jamison P rofessor of Technology and Society , Aalborg University, Denmark Guest Professor of Environmental Science, Malm φ University College, Sweden Action-oriented research is a form of social science that has emerged in recent years in an attempt to "make social science matter", in the words of the Danish planning professor Bent Flyvbjerg. In Scandinavia, it draws on experiences in so-called action research that has often been carried out between academics and labor unions, as well as within those areas of science and technology studies that are usually referred to as technology assessment. Another stream of action-oriented research comes from development studies in the form, for example, of paruicpatory rural appraisal. The lecture will first present these and other sources of action-oriented research and then discuss some of the methodological issues involved in this kind of research, in particular, the varieties of case study investigation and the role of the researcher. The lecture will provide examples of action-oriented research both from the fields of environmental studies and science and technology studies. The lecture will also discuss the rerlations between action-oriented research to some of the other new "trandisciplinary" modes of knowledge production that have been developed in recent decades. Παρασκευή 5:30-8:30
CHANGE ORIENTED & INTERACTIVE RESEARCH METHODS Jeppe Lζssψe Emdrupvej 101 Based on – and with examples from – my own research project on citizen participation in sustainable development I will go further into the differences between the researcher and the involved citizens, the problems they may give rise to during the project, and how to cope with these problems. 1-4-05 Παρασκευή 2:30-5:30 & Σάββατο 2-4-05 [θα ανακοινωθεί] Μαρία Γιαννησοπούλου maya @social.soc.uoc.gr ΕΡΕΥΝΑ ΠΕΔΙΟΥ ο ι συνθήκες κοινωνικής παραγωγής του ανθρωπολογικού λόγου H ανάλυση του θέματος θα επικεντρωθεί στα παρακάτω δύο σημεία: 1ο σημείο η παραγωγή του ανθρωπολογικού λόγου στο πλαίσιο της διαμόρφωσης των κοινωνικών επιστημών. Aναστοχασμός και προκαταλήψεις. Θεωρητικές τομές και κλειδιά ανάγνωσης. Kαι τούτο διότι το εργαλείο της «συμμετοχικής παρατήρησης» που η κοινωνική ανθρωπολογία χρησιμοποιεί προκειμένου να κατανοήσει και αναλύσει τα κοινωνικά φαινόμενα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις διαδικασίες γένεσης και διαμόρφωσης της ίδιας της επιστήμης και του γνωστικού αντικειμένου με το οποίο καλείται να ασχοληθεί. Πώς η κοινωνική ανθρωπολογία απαντά στη σύγχρονη επιστημονική πρόκληση; Σε τί συνίσταται η ιδιαιτερότητα στη ματιά της οπτικής της; 2ο σημείο η εμπειρία πεδίου, πρακτικές κατευθύνσεις και προτάσεις ανάλυσης. Γιατί να πραγματοποιήσει κανείς μια έρευνα πεδίου; Ποιά η αξία της και σε τι συνίσταται; Tι πρέπει να γνωρίζουμε γι'αυτή τη μορφή έρευνας; Eπιτόπια έρευνα, ένα διακύβευμα για την κοινωνική επιστήμη. Συνθήκες έρευνας, θεωρητικές προϋποθέσεις, διαδικασίες της έρευνας. H έρευνα πεδίου ένα εργαστήρι ως η εμπλοκή του ερευνητή στο πεδίο, η διαπραγμάτευση μιας εθνογραφικής συνάντησης, η επικοινωνία, ανισότητες και σχέσεις εξουσίας. H ανάλυση των εθνογραφικών δεδομένων, η ερμηνεία τους και η διαδικασία της «μετάφρασής» τους στο τελικό στάδιο της δημοσίευσης.
Eνδεικτική Bιβλιογραφία Auge M., 1999 (1994), Για μια Aνθρωπολογία των Σύγχρονων Kόσμων, μτφρ. Δ. Σαραφίδου, Aθήνα, Aλεξάνδρεια. Γκέφου - Mαδιανού Δ., 1998, Aνθρωπολογική θεωρία και εθνογραφία, Eλληνικά Γράμματα, Aθήνα. Godelier M., 1988 (1970), Mαρξιστικοί ορίζοντες στην Kοινωνική Aνθρωπολογία, Tομ. 2, μτφρ. Θ. Παραδέλλης, Gutemberg, Aθήνα. Godelier M., 1999, «Aποδομήσεις, αλλαγές απόψεων και πρόοδος στη γνώση του κοινωνικού. H άποψη ενός ανθρωπολόγου», Eθνολογία, τχ. 6 - 7, σελ. 5 - 29. Geertz C ., 2003, H ερμηνεία των πολιτισμών, εκδ. A λεξάνδρεια Geertz C., 1993 «From the Natives Point of View: on the Nature of Anthropological understanding», Local Knowledge, New York, Basic Books σελ . 55 – 70 (Aπόδοση στα ελληνικά, αδημοσίευτο κείμενο βλ. Γκέφου - Mαδιανού Δ., Φάκελος Mαθήματος «Σύγχρονη Aνθρωπολογική Θεωρία», 1993. Sahlins M., 2003 (1976), Πολιτισμός και πρακτικός λόγος, εκδ. του Eικοστού Πρώτου. Ortner S., 1984, «H ανθρωπολογική θεωρία από τη δεκαετία του ‘60 και μετά», Comparative Studies in Society and History no 26 (1) σελ.126 - 165. Aπόδοση στα ελληνικά, Στ. Γαλάνη. Lallement M., 2004, Iστορία των κοινωνιολογικών ιδεών, εκδ. Mεταίχμιο. Geraud M. O., O Leservoisier, Pottier R., ( επιμ .),1998, Les notions - cles de l'Ethnologie. Analyses et textes, Armand Colin, Paris. Beaud St., Weber Fr., 1997, Guidde de l' enquete de Terrain, Paris, La Découverte. Mπαλτάς Aρ., 1999, «H φιλοσοφική επιβολή της Mεθόδου: ευλογία ή κατάρα;», Aξιολογικά, τχ. 1, Mάιος, σελ. 53 - 72. Loizos P., 1992, «Eθνογραφία Φιλική προς τους χρήστες: προβλήματα μεθόδου και γραφής στην ανθρωπολογία», στο E. Παπαταξιάρχης / Θ. Παραδέλλης (επιμ.) Tαυτότητες και φύλο στη σύγχρονη Eλλάδα, Aθήνα, Kαστανιώτη και Παν/μιο Aιγαίου. Bardin L., 1977, L' analyse de contenu, Paris, PUF. Greimas A. J., 1966, Semantique structurale, Paris, Larousse. Greimas A. J. / Landowski E. ( επιμ .) 1979, Introduction a l' analyse du discours en sciences sociales, Paris, Hachette. Διαβάστε και αυτά: Luis Sepulveda, 1997, Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης, μτφρ. Aχ. Kυριακίδης, Aθήνα Opera. (Mυθιστόρημα). Kruger M., 1998 (1993), Tο χρώμα του ουρανού, μτφρ. M. Πολιτοπούλου, Aθήνα, Nέα Σύνορα - A. A. Λιβάνη (Mυθιστόρημα). Borges, Jorge Lais, 1985 (1899), Tο εγκώμιο της σκιάς, μτφρ. Aπ. Kαλοκύρης, εκδ. ύψιλον (ειδικά «ο εθνολόγος» και «ένας αναγνώστης»).
8-4-05 Παρασκευή 2:30-5:30 ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ Νίκος Σερντεδάκις Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Κοινωνιολογίας Πανεπιστήμιο Κρήτης nserd@social.soc.uoc.gr Η βιογραφική μέθοδος και η βιογραφική έρευνα γενικότερα συγκεντρώνουν, τα τελευταία χρόνια, την προσοχή εκείνων των κοινωνικών επιστημόνων που στέκονται κριτικά προς την «θετικιστική» κοινωνιολογία, όπου το πρωτείο δίδεται στη μελέτη των μακρο-δομικών κοινωνικών χαρακτηριστικών, κύρια μέσα από τη συσσώρευση μεγάλης κλίμακας ποσοτικών, δηλαδή μετρήσιμων, μαθηματικοποιήσιμων δεδομένων, με στόχο την «αποκάλυψη» των νόμων που επικαθορίζουν την κοινωνική πραγματικότητα. Η υπερφιλόδοξη τούτη στάση γρήγορα παραχώρησε τη θέση της στον κερματισμό των γνωστικών πεδίων και των ερευνητικών εγχειρημάτων, αφήνοντας ανέγγιχτη την μεθοδολογική οδό που διαγράφονταν να υπηρετήσει ευρύτερες στοχεύσεις. Απέναντι σ' αυτό το κοντιανής έμπνευσης εγχείρημα και στον ταχύ εκφυλισμό του, αρχίζουν, ήδη από τις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα, να διαμορφώνονται προσεγγίσεις, οι οποίες επιχειρούν να οδηγήσουν στην «ερμηνεία» των κοινωνικών φαινομένων, πρωτίστως μέσα από την «κατανόηση» της κοινωνικής πολυπλοκότητας και συνθετότητας. Ο κοινωνικός κόσμος, παρότι εμφανίζεται στην ανθρώπινη συνείδηση ως φυσικοποιημένος, είναι ένας κόσμος με διακριτά από τον φυσικό κόσμο χαρακτηριστικά, καθώς σ' αυτόν κατοικούν κοινωνικά αλληλοσυσχετιζόμενα, συμβολικώς επικοινωνούντα μεταξύ τους άτομα, τα οποία διαθέτουν επιπλέον ικανότητα αναστοχασμού. Ο κοινωνικός κόσμος δεν συγκροτείται μόνον από δομές, ορατές και αόρατες, που ορίζουν, ρητά ή άρρητα, τη μοίρα των ανθρώπων· είναι και δράση, ατομική και συλλογική. Καθώς από την αφήγηση της εξέλιξης των μακρο-δομών, σταθερά απουσίαζαν οι ιστορίες των υποκειμένων της ιστορίας, αλλά και των καταπιεσμένων, των μειονοτήτων, των απόκληρων, διαμορφώθηκε ένας νέος προβληματισμός γύρω από τη δυνατότητά μας να μιλήσουμε για τις κοινωνικές διεργασίες, αναλύοντας τον λόγο όλων εκείνων που τις έχουν βιώσει, με στόχο να συλλάβουμε εναργέστερα τις διαδικασίες αυτές, να τις κατανοήσουμε στην πολυπλοκότητά τους, να μελετήσουμε τις επιπτώσεις τους στον διαφοροποιημένο κοινωνικό χώρο. Σ' αυτό το πλαίσιο είναι που διαμορφώνονται νέες τεχνικές και μέθοδοι κοινωνιολογικής έρευνας, ό,τι σήμερα συστεγάζουμε υπό τον ευρύ τίτλο της ποιοτικής μεθοδολογίας. Η μελέτη του κοινωνικού κόσμου μέσα από τις βιογραφικές αφηγήσεις συνιστά μια απόπειρα ανάγνωσης της κοινωνικής πραγματικότητας από τη σκοπιά των υποκειμένων, με την ενεργοποίηση κανόνων που στοχεύουν στην όσο το δυνατόν αυθεντικότερη έκφρασή τους. Στο πλαίσιο του μαθήματος θα επιχειρηθεί η ανασυγκρότηση της «ιστορίας» της βιογραφικής έρευνας αναφορικά προς τις μεθοδολογικές της προϋποθέσεις και συνέπειες, ενώ ειδικότερο βάρος θα δοθεί: α) στην τεχνική λήψης της βιογραφικής συνέντευξης, β) στην επιλογή του δείγματος, δηλαδή τους κανόνες της θεωρητικής δειγματοληψίας, και κυρίως γ) στην ανάλυση των βιογραφικών αφηγήσεων. Για τις ανάγκες της παράδοσης θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του μαθήματος ένα απομαγνητοφωνημένο κείμενο βιογραφικής αφήγησης που θα χρησιμοποιηθεί παραδειγματικά για τις ανάγκες της ανάλυσης, κείμενα για προπαρασκευαστική μελέτη και εκτενής γύρω από αυτή την θεματική βιβλιογραφία. Ενδεικτική ελληνόγλωσση βιβλιογραφία Alheit P. (1999α), «Ατομικός εκσυγχρονισμός: μετασχηματίζοντας τα περιβάλλοντα ενδο-δράσης στην ύστερη νεωτερικότητα», στο Παπαϊωάννου Σ. (επιμ.), 1999, σ. 61-76. Alheit P., (1999β) «Η αφηγηματική συνέντευξη,. Μια εισαγωγή», στο Παπαϊωάννου Σ. (επιμ.), 1999, σ. 135-145. Bruner J ., Δημιουργώντας ιστορίες , Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2004. Ferro M., «Η βιογραφία, αυτή η ανάπηρη της ιστορίας», στο Ατομικισμός: Η μεγάλη επιστροφή , 1990, σ. 210-216. Perks R ., «Αρχειοθετώντας την προφορική ιστορία: ζητήματα πρόσβασης και χρηστικότητας», στο Μαρτυρίες σε ηχητικές και κινούμενες αποτυπώσεις ως πηγή της ιστορίας , Αθήνα, Κατάρτι, 1998, σ. 67-80. Plummer K., Τεκμήρια ζωής , Αθήνα, Gutenberg, 2000. Αμπατζόγλου Γρ., «Αυτοβιογραφία, μνήμη, θεραπεία», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 65-88. Ατομικισμός: Η μεγάλη επιστροφή , μτφρ. Νικολούδης Η., Αθήνα, Ροές, 1990. Βερβενιώτη Τ., «Προφορική ιστορία και έρευνα για τον ελληνικό Εμφύλιο: η πολιτική συγκυρία, ο ερευνητής και ο αφηγητής», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 157-181. Βιδάλη A ., « K όκκινο για αίμα: το αβάσταχτο φορτίο των λέξεων», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 121-132. Βιδάλη Α., «Ιστορία, μνήμη, σιωπή: Μαρτυρίες από την Ελληνικό Εμφύλιο», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ., Διαδρομές και τόποι μνήμης. Ιστορικές και ανθρωπολογικές προσεγγίσεις , Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1999, σ. 89-104. Βιδάλη Ά., «Προφορικές μαρτυρίες: από την τραυματική εμπειρία στη συλλογική μνήμη», στο Μαρτυρίες σε ηχητικές και κινούμενες αποτυπώσεις ως πηγή της ιστορίας , Αθήνα, Κατάρτι, 1998, σ. 105-115. Βλαχούτσικου Χρ., «Διαφορά και συνάφεια. Σκηνογράφοι και συγγραφείς της ερευνητικής συνομιλίας (εμπειρίες από τη διερεύνηση της γυναικείας ταυτότητας σε ένα χωριό της Βοιωτίας)», στο Ναυρίδης Κλ., Χρηστάκης Ν. (επιμ.), 1997, σ. 67-90. Βοσνιάδου Τ., «Από τη θεραπευτική στην ερευνητική σχέση: αφετηρίες, προσανατολισμοί, αναζητήσεις», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 95-106. Βουγιούκα Α., «Από στόματος άλλων ή μνημεία λόγου: προσκύνημα, βιογραφικός λόγος και μνήμη», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 193-210. Θανοπούλου Μ. (2000), Η προφορική μνήμη του πολέμου , Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Αθήνα. Θανοπούλου Μ., Πετρονώτη Μ., «Βιογραφική προσέγγιση: μια άλλη πρόταση για την κοινωνιολογική θεώρηση της ανθρώπινης εμπειρίας», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 64, 1987, σ. 20-42. Μπενεβίστε Ρ., «Μνήμη και ιστοριογραφία», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 11-26. Μπενεβίστε Ρ., «Ταξιδιωτική αφήγηση, μνήμη και ιστορία: Εβραίοι ταξιδιώτες τον Μεσαίωνα», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 127-154. Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), Διαδρομές και τόποι μνήμης. Ιστορικές και ανθρωπολογικές προσεγγίσεις , Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1999. Μπούσχοτεν Ρ.-Β., «Δεκαετία του '40: διαστάσεις της μνήμης σε αφηγήσεις ζωής της περιόδου», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 135-156. Μπουτζουβή Α., «Προφορική ιστορία: όρια και δεσμεύσεις», στο Μαρτυρίες σε ηχητικές και κινούμενες αποτυπώσεις ως πηγή της ιστορίας , Αθήνα, Κατάρτι, 1998, σ. 23-27. Μπουτζουβή Α., Θανοπούλου Μ., «Η προφορική ιστορία στην Ελλάδα. Οι εμπειρίες μιας δύσκολης πορείας», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 3-22. Ξηροπαΐδης Γ. «Κατανόηση, αφήγηση και αναπαράσταση. Η κυριαρχία της μεθόδου στις θεωρίες του κειμένου και της ιστορίας», Μνήμων , τ. 19, 1997, σ. 122-142. Παναγιωτόπουλος Ν., «Η μαρτυρία του ερευνητή και η έρευνα της μαρτυρίας», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 61-67. Πανταζής Π., Από τα υποκείμενα στο υποκείμενο , Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2004. Παπαγαρουφάλη Ε., «Δωρεά σώματος, δωρεά οργάνων: παιχνίδια λήθης και μνήμης», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 155-174. Παπαγαρουφάλη Ε., «Η συνέντευξη ως σωματική επικοινωνία των συνομιλητών και πολλών άλλων», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 29-46. Παπαϊωάννου Σ. et al (επιμ.), Κοινωνικός μετασχηματισμός, εκπαίδευση και τοπική κοινωνία , Ρέθυμνο-Ανώγεια, 1999. Παπαταξιάρχης Ε., «Το παρελθόν στο παρόν. Ανθρωπολογία, ιστορία και η μελέτη της νεοελληνικής κοινωνίας», στο Παπαταξιάρχης Ε., Παραδέλης Θ. (επιμ.), Ανθρωπολογία και παρελθόν, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1993, σ. 13-74. Παπαταξιάρχης Ε., Παραδέλης Θ. (επιμ.), Ανθρωπολογία και παρελθόν, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1993. Παραδέλλης Θ., «Ανθρωπολογία της μνήμης», στο Μπενεβίστε Ρ., Παραδέλλης Θ. (επιμ.), 1999, σ. 27-58. Πετρονώτη Μ., «Κατασκευάζοντας προφορικές ιστορίες. Συνδιαλλαγές, συγκρούσεις, ανατροπές», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών , τ. 107, 2002, σ. 71-82. Ρήγα Α.-Β., Καρκίνος: από τη μητέρα στην κόρη, η δυναμική της επανάληψης , Αθήνα, Εκδόσεις Δ. Μαυρομάτη, 1997α. Ρήγα Α.-Β., Μαρία Τ. Ιστορία ζωής, ψυχοβιογραφική προσέγγιση , Αθήνα, Εκδόσεις Δ. Μαυρομάτη, 1997β. Ρήγα Β.-Α., Τριανταφυλλίδου Σ., «Η σημασία της βιογραφικής μεθόδου στην ανάλυση του αναπαραστατικού λόγου των χρηστών ναρκωτικών», Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 104-105, 2001, σ. 3-42. Τσιώλης Γ., Αποβιομηχάνιση και βιογραφικοί μετασχηματισμοί. Ιστορίες ζωής εργατών του Λαυρίου , Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Κρήτης, 2002. Παρασκευή 2:30-5:30 Η ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Γιάννης Ζαϊμάκης Επίκουρος καθηγητή Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης zaimakisj @ social . soc . uoc . gr Η συνέντευξη ως μια διαδικασία συλλογής πληροφοριών μέσα από την πρόσωπο με πρόσωπο αλληλόδραση ανάμεσα στον ερευνητή και τον ερωτώμενο συνιστά μια κλασσική ποιοτική μέθοδο προσέγγισης φαινομένων του κοινωνικού κόσμου. Στη διαδικασία του μαθήματος θα εξεταστούν ορισμένα είδη συνεντεύξεων που χρησιμοποιούνται στις κοινωνιολογικές μελέτες, όπως ομαδικά εστιασμένη συνέντευξη, εστιάζοντας, ωστόσο, το ενδιαφέρον μας στην ενεργητική ερευνητική συνέντευξη ( active research interview ). Παράλληλα θα συζητηθούν ορισμένα κεντρικά μεθοδολογικά ζητήματα στην ερευνητική συνέντευξη, όπως η διαχείριση κεντρικών ερμηνευτικών και ηθικών ζητημάτων που ανακύπτουν στο πεδίο της έρευνας και οι βασικές στρατηγικές της εφαρμογή της. Η ενεργητική ερευνητική συνέντευξη αμφισβητεί τη θετικιστική προσέγγιση της συνέντευξης που βλέπει τον ερευνώμενο ως ένα ποσοτικοποιημένο, μετρήσιμο και «χωρίς πρόσωπο» υποκείμενο ο ρόλος του οποίου περιορίζεται στην παροχή πληροφοριών και γνώσεων που ερμηνεύονται από ένα «ουδέτερο» και «αντικειμενικό» ερευνητή με κυρίαρχη θέση. Στην ενεργητική συνέντευξη διαμορφώνεται ένα ανοικτό επικοινωνιακό πλαίσιο στο οποίο στην οποία συνεντευκτής και ο ερευνώμενος εμπλέκονται στη δημιουργία παραγωγής νοήματος καθώς αρθρώνουν ανοικτές ερμηνευτικές δομές και αναπτύσσουν μια πρακτική διαλογικής συζήτησης. Σε αυτήν την προοπτική το υποκείμενο έρχεται στο προσκήνιο της ερευνητικής διαδικασίας ως φορέας συναισθημάτων, αντιληπτικών σχημάτων και κοσμοθεωρήσεων και αποκτά ένα ενεργό ρόλο σε μια δημιουργική, ρευστή και πολυδιάστατη διαδικασία παραγωγής γνώσης. Η συνέντευξη εκβάλλει σε μια κοινωνική ποιητική στην οποία κατασκευάζονται νοηματοδοτημένοι λόγοι για τα φαινόμενα του κοινωνικού κόσμου ανοίγοντας έτσι προοπτικές για μια πιο σφαιρική και εις βάθος κατανόησης του. Ενδεικτική βιβλιογραφία Douglas J. D. (1985) Creative interviewing , Beverly Hills, Sage. Fontana Α ., Frey J. (1998) « Interviewing: the art of science», in, N. Denzin, Y. Lincoln (eds.), Collecting and interpreting qualitative materials , London, New Delhi, Sage Publication. Holstein J. Gubrium J., (1997) "Active interviewing", in, Silverman D., (ed.) Qualitative research: theory, method, practice , London, Sage Publication. Holstein J. Gubrium J., (1997) The active interview , Thousand Oaks, Sage. Μ ishler E ., (1996), H συνέντευξη έρευνας, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα Ζαϊμάκης Γ. (2002), Εκτίμηση αναγκών και μέθοδοι ποιοτικής έρευνας , Ξάνθη, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. ΙΙ. ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ 22-4-05, Παρασκευή 2:30-5:30 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ: Η εμπειρία των γυναικών στην Ιστορία και τις Κοινωνικές Επιστήμες Ελένη Βαρίκα " eleni varikas " eleni . varikas @ free . fr Η αμφισβήτηση της οικουμενικότητας των αναλυτικών κατηγοριών μέσω των οποίων κατανοούμε και ερμηνεύουμε την πραγματικότητα, αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές συμβολές του φεμινισμού και άλλων ρευμάτων κοινωνικής κριτικής στην Ιστορία και τις Κοινωνικές και Πολιτικές Επιστήμες. Αμφισβητώντας την πανανθρώπινη εγκυρότητα των δεδομένων που διαμορφώνουν τις κατηγορίες και τις μεθόδους της Ιστορίας και των Κοινωνικών Επιστημών, η έμφαση στις διαφορετικές εμπειρίες ανδρών και γυναικών, αποτέλεσε αφετηρία της εννοιολόγησης των γυναικών ως κοινωνικής ομάδας και του φύλου ως προϊόντος σχέσεων εξουσίας και ιεραρχικής διαφοροποίησης. Το νόημα όμως της βιωματικής εμπειρίας, ιδιαίτερα όσων τα ίχνη επικαλύπτονται από τη νικηφόρα αλληλουχία των ηγεμονικών λόγων και συμβάντων, δεν μας αποκαλύπτεται παρά μόνο με φευγαλέο και αποσπασματικό τρόπο κι έχει κάτι από την αβεβαιότητα των αρχαιολογικών ευρημάτων. Η ασυνέχεια και τα κενά τους αποτελούν πρόκληση στην επιστημονική ακρίβεια και το ποσοτικό κύρος της στατιστικής μέτρησης. Η δυσκολία αντιμετώπισης αυτής της πρόκλησης είναι εμφανής στις έντονες διαμάχες των τελευταίων δεκαετιών γύρω από τις χρήσεις και τις καταχρήσεις της κατηγορίας της εμπειρίας στην ιστορία των γυναικών και του φύλου. Παίρνοντας ως αφετηρία αυτές τις διαμάχες, θα εξετάσω ποιο είναι το ευρετικό δυναμικό της ατομικής και συλλογικής εμπειρίας των γυναικών για την Ιστορία και τις Κοινωνικές Επιστήμες, με ποιες μεθόδους και κάτω από ποιες προϋποθέσεις είναι δυνατόν να αποτελέσει πηγή γνώσης, τι μπορούμε και τι δε μπορούμε να μάθουμε από αυτήν. Ένας τέτοιος προβληματισμός προϋποθέτει μια κριτική των θετικιστικών επιστημονικών πρακτικών στην Ιστορία και τις Κοινωνικές Επιστήμες, οι οποίες προσεγγίζουν τη γυναικεία εμπειρία ως ανεπεξέργαστη πρώτη ύλη, ως απόδειξη μιάς αυθεντικής αλήθειας για τις γυναίκες που μπορούμε να αντιπαραθέσουμε στις κυρίαρχες ερμηνείες του φύλου. Προϋποθέτει όμως και μια επανεκτίμηση των μεταδομιστικών κριτικών του θετικισμού, οι οποίες αντιμετωπίζουν την βιωματική εμπειρία ως αποκλειστικό προϊόν των γλωσσικών διαδικασιών που συγκροτούν και αναπαράγουν το νόημα των ανδρικών και γυναικείων ταυτοτήτων, ως αποτέλεσμα, δηλαδή, των καθιερωμένων αναπαραστάσεων του φύλου. Judith BUTLER, Gender Trouble. Feminism and the subversion of identity, New York, Routledge, 1990 Kathleen CANNING, "History After the Linguistc Turn. Historicising Discourse and Experience", in Signs 19/2 (1994 Susan Hekman , "Subjects and agents: The question for feminism" in Provoking agents: Gender and agency in theory and practice , ed. J. Kegan Gardiner. Urbana: University of Illinois Press,1995 Joan Hoff (1994) Gender as a postmodern category of paralysis, Women's History Review, 3, pp. 149-168. aroline RAMAZANOGLU, "Unravelling Postmodern Paralysis: a response to Joan Hoff" Women's History Review, Volume 5, Number 1, 1996 Denise RILEY, Am I That Name?: Feminism and the Category of Women in History , London, Macmillan Press, 1988. Joan W. SCOTT, “The Evidence of Experience”, Critical Inquiry , 17 (1991). Eleni VARIKAS, “Choses importantes et accesoires. Expérience singulière et historicité du genre" in Adorno, critique de la domination. Une lecture féministe . Tumultes 23(2004) sous la dir. de S. Dayan , N. Gabriel et E. Varikas 13-5-05, Παρασκευή 2:30-5:30 & 14-05-05 Σάββατο [θα ανακοινωθεί] ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ Μαριάννα Ψύλλα Λεωφ. Συγγρού 136, Αθήνα 17671 Επίκουρη Καθηγήτρια Τηλέφωνο: 210 920 1741 γρ., 210 976 2391 Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού Fax : 210 970 5349 Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών mpsilla@panteion.gr & Πολιτικών Επιστημών Το μήνυμα κατέχει κεντρική θέση στα πλαίσια της επικοινωνιακής διαδικασίας, εφόσον στην ουσία συνίσταται στο αντικείμενο μεταβίβασης, με την υιοθέτηση ορισμένων κωδίκων, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Στα πλαίσια της επικοινωνιακής πρακτικής, ο εκάστοτε πομπός διαμέσου του μηνύματος εκδηλώνει την πρόθεση να προκαλέσει ένα αποτέλεσμα σ' έναν ή περισσότερους αποδέκτες. Η ερμηνεία ενός μηνύματος ή λόγου ή κειμένου επιδιώκει την αποκωδικοποίησή του, δηλαδή τη μελέτη των χαρακτηριστικών του με τη χρήση διαφόρων μεθόδων και τεχνικών. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανάλυση των μηνυμάτων που προκύπτουν μέσα από την επικοινωνιακή λειτουργία, αποτελεί ένα πεδίο έρευνας στο οποίο συγκλίνουν διάφοροι μελετητές προερχόμενοι από τον ευρύ χώρο των κοινωνικών επιστημών (διεπιστημονικότητα του πεδίου). Το ενδιαφέρον των μαθημάτων μας επικεντρώνει την προσοχή σε δύο βασικούς άξονες: Μια θεωρητική και επιστημολογική προσέγγιση του μηνύματος στα πλαίσια της επικοινωνιακής πράξης. Στα πλαίσια αυτά αναπτύσσεται ένας προβληματισμός γύρω από την αναγκαιότητα της ανάλυσης μηνυμάτων στο χώρο της επικοινωνιακής πρακτικής. Διαπιστώνεται έτσι, ότι η ερμηνεία και η ανάλυση ενός μηνύματος αποβλέπει από τη μία, στη σημασιολογική διερεύνηση, δηλαδή στην έρευνα των σημασιών, των εννοιών, που εμπεριέχει ένα μήνυμα αλλά επεκτείνεται επίσης και στους τρόπους παρέμβασης που ένας πομπός χρησιμοποιεί για να μεταβιβάσει ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο δηλαδή τη μορφή του μηνύματος. Είναι αυτονόητο βεβαίως ότι η σχέση μορφής και περιεχομένου είναι στενή, με τις ανάλογες επιδράσεις που μπορεί να επιφέρει ο ένας παράγοντας στον άλλον, όσον αφορά στο μήνυμα που μεταδίδεται. Μια μεθοδολογική παρουσίαση του τρόπου ανάλυσης των χαρακτηριστικών ενός μηνύματος. Επιχειρείται έτσι, η παρουσίαση των διαφόρων μεθόδων και τεχνικών που χρησιμοποιούνται σε ποικίλες περιπτώσεις, σ' ένα μεγάλο αριθμό κοινωνικών πρακτικών, με στόχο την ερμηνεία και κατανόησή τους. Η προσέγγιση αυτή θα μας δώσει τη δυνατότητα, μέσα από τη χρησιμοποίηση παραδειγμάτων, να κρίνουμε τις εφαρμογές της κάθε μεθόδου, να συγκρίνουμε τη χρήση των επιμέρους μεθόδων, να διαπιστώσουμε τα όριά τους καθώς και την αναγκαιότητα πολύ συχνά της αναφοράς σε περισσότερες από μια μεθόδους για την αποτελεσματικότερη κατανόηση των χαρακτηριστικών ενός μηνύματος. Πιο συγκεκριμένα, η αναφορά σε τέσσερις μεθόδους, α) κλασική θεματική ανάλυση, β) γλωσσολογική προσέγγιση, γ) σημειολογική, δ) ανάλυση της επιχειρηματολογίας, μας δίνει τη δυνατότητα να διακρίνουμε διαφορετικούς τρόπους αναζήτησης των χαρακτηριστικών ενός μηνύματος μέσα από την καταγραφή της διαφορετικής προβληματικής που διέπει κάθε μέθοδο ξεχωριστά. Παρασκευή 2:30-5:30 & 21-5-05 Σάββατο [θα ανακοινωθεί]
ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΔΙΚΤΥΩΝ
Μωυσή Α. Μπουντουρίδη Αναπληρωτή Καθηγητή Μαθηματικού Τμήματος Πανεπιστήμιο Πατρών
Η έννοια των κοινωνικών δικτύων και οι μέθοδοι ανάλυσής τους έχουν προσελκύσει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον και την περιέργεια των ερευνητών στις κοινωνικές επιστήμες και τις επιστήμες της συμπεριφοράς τις τελευταίες δεκαετίες. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ενδιαφέροντος για την ανάλυση των κοινωνικών δικτύων εστιάζεται στην κατανόηση των σχέσεων μεταξύ κοινωνικών οντοτήτων, καθώς και των δομικών μορφωμάτων ή κανονικοτήτων, με τα οποία παρουσιάζονται οι κοινωνικές σχέσεις σε συγκεκριμένες κοινωνικές πραγματικότητες, αλλά και των επιπτώσεων, που έχουν οι σχέσεις αυτές για την εν γένει κοινωνική ζωή. Πολλοί ερευνητές έχουν αναγνωρίσει ότι η προοπτική των δικτύων φέρνει μια νέα ώθηση στην απάντηση των κλασσικών ερευνητικών ερωτημάτων της κοινωνιολογίας και των επιστημών της συμπεριφοράς, δίνοντας ακριβείς τυπικούς ορισμούς του πολιτικού, οικονομικού ή κοινωνικού δομικού περιβάλλοντος. Από τα διάφορα παραδείγματα σχέσεων που μελετώνται στο πλαίσιο της ανάλυσης των κοινωνικών δικτύων, μπορεί κανείς να δει ότι οι σχέσεις μπορεί να είναι πολλών ειδών, για παράδειγμα, οικονομικές, πολιτικές, αλληλεπιδραστικές, συναισθηματικές κ.λπ. Η επικέντρωση στις σχέσεις και τα μορφώματα των σχέσεων απαιτούν ένα σύνολο μεθόδων κι αναλυτικών εννοιών, οι οποίες είναι διαφορετικές από τις μεθόδους της κλασσικής στατιστικής και της ανάλυσης δεδομένων. Οι έννοιες, οι μέθοδοι κι οι εφαρμογές της ανάλυσης των κοινωνικών δικτύων είναι τα θέματα που θα διαπραγματευτούμε στην εισαγωγική σειρά αυτή των μαθημάτων της ανάλυσης των κοινωνικών δικτύων. Ειδικότερα, θα εστιασθούμε στα εξής επιμέρους θέματα: Οι τυπικές μέθοδοι της θεωρίας των γραφημάτων για την ανάλυση κοινωνικών δικτυακών δεδομένων υπό τη μορφή κοινωνιο-πινάκων και κοινωνιογραμμάτων (Wasserman & Faust, 1994, Scott, 2000). Η χρήση του δικτυακού λογισμικού UCINET (Borgatti, Everett & Freeman, 1992) για την ανάλυση και επεξεργασία των κοινωνικών δικτύων καθώς και του λογισμικού PAJEK ( Batagelj , 2001) για την οπτική απεικόνιση (visualization) των κοινωνικών δικτύων. Η ανάλυση της ισοδυναμίας και της ομοιότητας μεταξύ δραστών (θέσεων) και σχέσεων (ρόλων) σε ένα κοινωνικό δίκτυο. Η ανάλυση αυτή αποσκοπεί κυρίως στην κατανόηση των επί μέρους μορφωμάτων ή ομάδων (ή blocks), στα οποία αναλύεται το κοινωνικό δίκτυο, ιδιαίτερα όπως αυτά διερευνώνται από τις μεθόδους μοντελοποίησης με την ονομασία ‘blockmodeling' (Breiger, Boorman & Arabie, 1975, White, Boorman & Breiger, 1976). Τα παραδείγματα των αναλύσεων που θα γίνουν κατά τη διάρκεια αυτών των μαθημάτων θα στηρίζονται αφενός σε δικτυακά δεδομένα που θα συλλεχθούν κατά τη διάρκεια των μαθημάτων από τους φοιτητές κι αφετέρου σε δεδομένα κοινωνικών δικτύων μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και του ΕΑΠ, που έχουν ήδη συλλεχθεί από την ερευνητική ομάδα του διδάσκοντα. Αναφορές Batagelj , V. (2001). Pajek – Program for large networks analysis and visualization. Presented in the Dagstuhl seminar Link Analysis and Visualization , July 1-6, 2001, Dagstuhl (Germany). Borgatti, S., Everett, M., & Freeman, L. (1992). UCINET IV Version 1.0 . Columbia: Analytic Technologies. Breiger, R.L., Boorman, S.A., & Arabie, P. (1975). An algorithm for clustering relational data with applications to social network analysis and comparison with multidimensional scaling. Journal of Mathematical Psychology , vol. 12, pp. 328-383. Scott, J. (2000). Social Network Analysis: A Handbook . Second Edition. London: Sage Publications. Wasserman, S., & Faust, K. (1994). Social Network Analysis: Methods and Applications . Cambridge, UK: Cambridge University Press. White, H.C., Boorman, S.A., & Breiger, R.L. (1976). Social structure from multiple networks. I. Blockmodels of roles and positions. American Journal of Sociology , vol. 81, pp. 730-779. 31-5-05
ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ Μαρία Κούση Στη μελέτη των κοινωνικών κινημάτων, η Ανάλυση Γεγονότων Διαμαρτυρίας (ΑΓΔ) ( protest event analysis ) εμφανίζεται στα τέλη της δεκαετίας του '60, από την ομάδα του Charles Tilly , ως μία δυναμική μέθοδος αναλύσης περιεχομένου η οποία καλύπτει κενά άλλων μεθόδων, παρέχοντας συστηματικά στοιχεία που έχουν βελτιώσει σημαντικά τη γνώση γύρω από ζητήματα κοινωνικών διεκδικήσεων και αντίστασης. Χρησιμοποιώντας αναφορές του τύπου ή άλλων αρχειακών πηγών, η ΑΓΔ προσφέρει ένα στέρεο μεθοδολογικό εργαλείο για τη μέτρηση των διαφόρων παραμέτρων της διαμαρτυρίας και των κοινωνικών κινημάτων. Τα στοιχεία που παράγονται επιτρέπουν τη συγκριτική ανάλυση των δεδομένων σε επίπεδο τόπου, χρόνου, και είδους. Ενδεικτική Βιβλιογραφία Beissinger, Mark (2001): Nationalist Mobilization and the Collapse of the Soviet State. Cambridge: Cambridge University Press. Event analysis goes big time, and proves illuminating. Fillieule, O. (1998) “ “Plus ca change, moins ca change”: Demonstrations in France During the Nineteen-Eighties”, in Acts of Dissent , edited by Rucht, D., R. Koopmans and F. Neidhardt. Berlin: Sigma Press. Koopmans, Ruud (1995): Democracy from Below. New Social Movements and the Political System in West Germany . Boulder: Westview. Skeptical about the newness of new social movements, Koopmans traces their relations to changing political opportunities. Kousis, Maria (1999) “Environmental Protest Cases: the City, the Countryside and the Grassroots” Mobilization 4(2): 223-238. ___________ (2003) “Greece” in Environmental Protest in Western Europe , edited by C. Rootes. Oxford: Oxford University Press. Kriesi, Hanspeter, Ruud Koopmans, Jan Willem Duyvendak & Marco Giugni (1995): New Social Movements in Western Europe. A Comparative Analysis . Minneapolis: University of Minnesota Press. How change and variation in political opportunity structure shapes social movements in Switzerland, the Netherlands, France, and Germany. Olzak, Susan (1992): The Dynamics of Ethnic Competition and Conflict . Stanford: Stanford University Press. Event analysis and competition theory combine to grip struggles in American cities, 1877-1914. Olzak, Susan (1989): "Analysis of Events in the Study of Collective Action," Annual Review of Sociology 15: 119-141. Rucht, D., R. Koopmans and F. Neidhardt (1998) Acts of Dissent , Berlin: Sigma Press. Tarrow, Sidney (1989) Democracy and Disorder. Protest and Politics in Italy, 1965-74 . Oxford: Clarendon Press. Tilly, Charles (1995): Popular Contention in Great Britain, 1758-1834 . Cambridge: Harvard University Press. A catalog of 8,088 “contentious gatherings” anchors a study of British political change. Tilly, Charles (2002): “Event Catalogs as Theories,” Sociological Theory 20: 248-254. |
|||||||||||||||||||